Top Bg Element
Top Sm Bg Element

ξετσιλακώνω

Search for glossary terms (regular expression allowed)
Term Main definition
ξετσιλακώνω

λιώνω, συνθλίβω, λέμε: "επάτησα ένα μελίτακα και τονε ξετσιλάκωσα"

Bottom Bg Element
Bottom Sm Bg Element