Οι πραματευτάδες που διαλαλούσανε κατά καιρούς την πραμάτεια τους στο χωριό ήταν πολλοί και διάφοροι.
Όμως εκείνος που, με την διαχρονικότητα, την γραφική παρουσία και το πηγαίο του χιούμορ, έχει μείνει χαραγμένος στη θύμηση σε πολές γενιές κατοίκων του Θραψανού δεν είναι άλλος απο τον κυρ-Γιάννη το Δαμιανό (Δαμιανάκη) απο τους Αποστόλους.
Το κουδούνι του ακόμα ηχεί στα αυτιά μας σαν να μην έχει περάσει ούτε μία μέρα από τότε που για τελευταία φορά πέρασε από το χωριό.
Θα έλεγα ότι αποτελεί αναπόσπαστη παρουσία στην αλυσίδα της πλούσιας λαϊκής παράδοσης του χωριού μας.
Οι γυναίκες που τους είχε και ιδιαίτερη αδυναμία καθώς αποτελούσαν την πελατεία του, ακόμα διηγούνται τα χωρατά και τα πειράγματα που τους έλεγε ενώ οι ανέκδοτες ιστορίες που περνούν απο στόμα σε στόμα φανερώνουν την αυθεντική λαϊκή του παρουσία αλλά και την ετοιμολογία του.
Πριν ακόμα στρίψει από την γωνία και κάνει την εμφάνισή του στο σοκάκι, άκουγες το κουδούνι αλλά και τις φωνές που έβαζε στα γαϊδουράκια που τα είχε φορτωμένα με ξύλινα κασόνια γεμάτα πραμάτεια και τα καθοδηγούσε με τη βέργα του.
Κουβαρίστρες βελονάκια ψιλικά λογιώ, λογιώ..., λές και το τραγούδι ήταν γραμμένο στα μέτρα του.
Άραγε πόσα "προυκιά" να έχουνε κεντηθεί απο τις κλωστές και τα χάσικα υφάσματα του κυρ-Γιάννη.
Εχοντας να τον δώ πάρα πολλά χρόνια, είχα την τύχη να τον συναντήσω πεζό όπως πάντα παρέα με τα ζωντανά του, σε μεγάλη ηλικία πλέον, και να προλάβω να τον φωτογραφίσω στα μέσα της διαδρομής απο τον Αρχάγγελο για το Μουχτάρο καθώς και να τον κεράσω ένα τσιγάρο για τον δρόμο, τον ατέλειωτο δρόμο, που ακολουθούσε ακούραστα μέχρι το τέλος της ζωής του.